ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ
ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ
ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΕΜΠΟΡΙΟ ΦΡΟΥΤΩΝ - ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2013

Αλλαγή νοοτροπίας...

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ | 10:11:00 π.μ. |
Άρθρο του
Νίκου Σπ. Ζέρβα
Πολιτικός Επιστήμονας Πανεπιστημίου Αθηνών

 Διανύουμε τα πρώτα 24ωρα της νέας χρονιάς. Κάθε άνθρωπος σε όλη τη γη αποχαιρέτησε τον παλιό χρόνο κρατώντας ασφαλώς τις ευχάριστες αναμνήσεις, όπως και τα διδάγματα που πιθανώς του πρόσφεραν οι δυσάρεστες, οι δύσκολες στιγμές που βίωσε. Μ’ αυτόν τον τρόπο και οι παροικούντες στην Ελλάδα υποδεχτήκαμε το 2013, αφήνοντας πίσω το 2012, ένα έτος πλήρους απόγνωσης και απελπισίας. Το θέμα που τίθεται βέβαια, έχει να κάνει με το εάν διδαχθήκαμε το ελάχιστο από τα λάθη και τις δυσκολίες του παρελθόντος, κάτι το οποίο θα χαρακτηρίσει το νέο έτος, ως έτος συνεχούς απαισιοδοξίας, ή μήπως, έστω και ήσσονος, αισιοδοξίας.

Η απαισιοδοξία θα διαιωνίζεται εάν συνεχιστεί η λήψη όλο και περισοοτέρων βάρβαρων μέτρων (δημοσιονομικών λ.χ. περικοπών, φοροεισπρακτικών) για τα μεσαία και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα της χώρας μας, τα οποία αφ’ ενός βυθίζουν την εθνική οικονομία στη δίνη της ύφεσης, αφ’ ετέρου καταρρακώνουν το επίπεδο διαβίωσης όλων μας. Εάν επίσης, οι πολιτικές των κυνερνώντων μας -ημεδαπών και ξένων- συνεχίσουν να περιφέρονται γύρω απ’ τη λιτότητα, αντί να στρέφονται προς την ανάπτυξη με την παράλληλη αντιμετώπιση του τεράστιου προβλήματος της ανεργίας. Επιπλέον, την απαισιοδοξία θα ενισχύχει η συνεχιζόμενη φτωχοποίηση του ελληνικού λαού, όπως μας αποδεικνύουν έμπρακτα η αύξηση του ποσοστού των αστέγων, αλλά και του αριθμού των ανθρώπων που προσέρχονται στα συσσίτια -δείχνοντας συνάμα όμως την κοινωνική ευαισθησία και αλληλεγγύη των Ελλήνων- των ενοριών. Η φτώχεια και η ανεργία, άλλωστε, είναι εκείνες που έχουν οδηγήσει, και οδηγούν δυστυχώς καθημερινά, χιλιάδες απελπισμένους συμπολίτες μας στο ύστατο βήμα.

Απ’ την άλλη, ψήγματα αισιοδοξίας μας παρέχει προς στιγμήν η αλλαγή του τρόπου αντιμετώπισης των δανειστών μας. Παρά την πολιτική ρευστότητα, οι ευθύνες της οποίας βαραίνουν τους πάντες, κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενους, οι Ευρωπαίοι δείχνουν να καταννοούν τις προσπάθειες που καταβάλλει η κυβέρνηση, αλλά και ολόκληρος ο λαός ώστε να ορθοποδήσει ξανά, σε στέρεα πια θεμέλια, η πατρίδα μας. Βέβαια, εκείνο που απαιτούν απ’ την πλευρά μας είναι χειροπιαστά αποτελέσματα, τα οποία θα προέλθουν απ’ τις πολυπόθητες και απαραίτητες εδώ και πολλές δεκαετίες μεταρρυθμίσεις. Μόνο τότε θα έρθουν στην επιφάνεια νέες, ευοίωνες αυτή τη φορά, προοπτικές για το μέλλον μας, εφ’ όσον πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες τομές, που θα αποκαθιστούν και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Οι ριζικές και κοινωνικώς δίκαιες μεταρρυθμίσεις οφείλουν κατ’ αρχάς να ξεκινήσουν απ’ τη θέσπιση ενός νέου, με γερές βάσεις και μη ανατρέψιμου, φορολογικού συστήματος, κάτι το οποία βρίσκεται στα πλάνα της παρούσης κυβερνήσεως για τις επόμενες εβδομάδες. Το υπό συζήτηση σύστημα πρέπει να είναι κυρίως καθολικό και δίκαιο. Να συμπεριλαμβάνεται στις τάξεις του το σύνολο των Ελλήνων, αλλά και αλλοδαπών νομίμως διαβιούντων στην Ελλάδα, καθείς εκ των οποίων θα πληρώνει όσα του αναλογούν. Πρέπει επίσης να είναι σταθερό και όχι να εμφανίζονται κατά καιρούς έκτακτα χαράτσια, εισφορές αλληλεγγύης, περαιώσεις και άλλου τέτοιου είδους μπούρδες. Πάνω στη σταθερότητά του άλλωστε θα στηριχθεί η προσέλκυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος, εγχώριου και μη.

Το τελευταίο διότι, ο εκάστοτε επενδυτής για να ρίξει κάπου μέρος της περιουσίας του οφείλει να είναι διασφαλισμένος, πως αυτή, η επένδυση, θα αποδώσει και δεν θα πολιορκηθεί από ληστρικές φοροεπιδρομές ανεύθυνων ’’ριζοσπαστών’’ που ορέγονται αυτή τη στιγμή την εξουσία. Τοιουτοτρόπως, και με τη ταυτόχρονη πάταξη της γραφειοκρατίας, η οποία διαχρονικά στραγγαλίζει τα επενδυτικά πλάνα (π.χ. πολεοδομικές άδειες, μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, προληπτικοί έλεγχοι - διαδικασίες που διαρκούν χρόνια), θα προσέλθουν στη χώρα μας νέοι παίκτες της εν Ελλάδι αγοράς, αλλάζοντας τον ρου της οικονομίας μας και δημιουργώντας νέες, πολυπόθητες θέσεις εργασίας.

Εκτός όμως απ’ το ίδιο το σύστημα, η αναδόμησή του είναι απαραίτητο ν’ αγγίξει και τους εισπρακτικούς του μηχανισμούς. Δεν είναι δυνατόν, παρά τη δεδοδομένη οικονομική κρίση και την ύφεση της αγοράς, το 70%-80% των ελεύθερων επαγγελματιών να δηλώνει εισοδήματα κάτω των 5.000 ευρώ. Η εξευτελιστική αυτή κατάσταση δύναται να αντιμετωπιστεί μόνο μέσω ενός αυστηρού, αλλά σίγουρα αναγκαίου, εισπρακτικού μηχανισμού, που θα στελεχώνεται από αδιάφθαρτες και ανεξάρτητες από πολιτικούς δεσμούς προσωπικότητες -εκπροσώπους της νέας κυρίως γενιάς-, που θα πραγματοποιούν συνεχείς και ουσιαστικούς ελέγχους στα «βιβλία», στην καταβολή ασφαλιστικών εισφορών και ως προς την έκδοση αποδείξεων.

Εντούτοις, στο σημείο τούτο οφείλουμε να τονίσουμε πως το απαρχαιωμένο σύστημα των αποδείξεων θα μπορούσε ακόμα και να αντικατασταθεί -όπως σε πολλές πολιτισμένες χώρες- μέσω χρεωστικών καρτών (των επονομαζόμενων και φοροκαρτών) και απευθείας τραπεζικών συναλλαγών μεταξύ αγοραστού και πωλητού. Με το συγκεκριμένο σύστημα θα ελέγχονταν συνάμα και οι δαπάνες των απλών φορολογούμενων πωλητών, απ’ τις οποίες θα προέκυπταν ορισμένες επιτρεπτές φοροαπαλλαγές, και τα έσοδα κουτοπόνηρων επιχειρηματιών και αυτοαπασχολούμενων, που παραδοσιακά έχουν την τάση να φοροδιαφεύγουν.

Επιπλέον, στις μεταρρυθμίσεις πρέπει οπωσδήποτε να συμπεριληφθεί η απευθείας τιμωρία των αποδεδειγμένα φοροροδιαφευγόντων (λίστες Λαγκάρντ, Έλληνες ’’κροίσοι’’ με πλαστά δάνεια και εκατοντάδες off-shore), η οποία θα έγκειται στη δήμευση κατ’ αρχάς όσων έχουν κλέψει και ύστερα στον εγκλεισμό τους σε κάποιο σωφρονιστικό ίδρυμα. Γι’ αυτόν τον λόγο στο ύψος των περιστάσεων οφείλει να σταθεί και η ελληνική δικαιοσύνη, και όχι να διυλίζει τον κώνωπα με πολυδαίδαλες δικαστικές διαδικασίες.

Πέραν όμως των φορολογικών αλλαγών αναγκαία και ιδιαιτέρως κρίσιμη κρίνεται η αποκρατικοποίηση ζημιογόνων δημοσίων επιχειρήσεων. Σιγά σιγά πραγματοποιούνται βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση, παρά το γεγονός ότι απέναντί τους συναντούν εχθρικά τείχη. Τα τείχη αυτά στήνονται κατ’ επί το πλείστον από στυγερούς εργατοπατέρες, οι οποίοι αντί για το κοινό-γενικό συμφέρον της κοινωνίας μας, προτάσσουν εκείνο των συντεχνιών τους. Οι κινήσεις τους όμως δεν είναι καθόλου τυχαίες. Σιγοντάρονται από συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν ένα νέο, εγκληματικό ΠΑ.ΣΟ.Κ., της ειδεχθούς και χυδαίας δεκαετίας του 80’. Όλοι τους όμως αδυνατούν να προτείνουν μια εναλλακτική και αξιόπιστη επιλογή άντλησης αναγκαίων πόρων, αντί να πωληθεί μια καταχρεωμένη απ’ τους ίδιους -καθώς οι συνδικαλιστές για χρόνια ήταν και συνδιαχειριστές- επιχείρηση, κάποιο ακίνητο που κείτεται στην ερημιά, ή και να αξιοποιηθεί, γιατί όχι και να ενοικιαστεί μια βραχονησίδα, μια παραλία, η ζώνη του Ελληνικού κλπ. Για παράδειγμα, η πολυδιαφημισμένη πια Σπιναλόγκα δεν θα μπορούσε, παρά τις τυμπανοκρουσίες τοπικών προυχόντων, να μισθωθεί -με υψηλό ενοίκιο- σε μια εταιρία, σ’ έναν όμιλο, αποφέροντας και βελτιώσεις στο περιβάλλον της και έσοδα στα κρατικά ταμεία; Αυτά θα πρέπει να αναλογιστούν οι τοπάρχες βλαχοδήμαρχοι και οι τοπικές κοινωνίες που με τους κοτσαμασισμούς τους προτιμούν να τα λαμβάνουν «μαύρα» και στην τσέπη με την υπόλοιπη χώρα να καίγεται.

Τέλος, την όλη προσπάθεια για ένα αισιόξοξο μέλλον πρέπει να την ενισχύσει η ανασύσταση του καχεκτικού μέχρι σήμερα δημοσίου τομέα. Ένα βήμα, όπως προαναφέραμε, που θα ελκύσει και το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι η πάταξη της γραφειοκρατίας. Δεύτερον, ο εξορθολογισμός των δαπανών του, μισθολογικών και μη. Για τις δεύτερες έχουν γίνει και γίνονται συνεχώς σοβαρές προσπάθειες. Όσον αφορά τις πρώτες και αυτέ έχουν πραγματοποιηθεί με λάθος όμως κατεύθυνση.

Οι οριζόντιες περικοπές αναδεικνύονται ως η βασικότερη αιτία για την 5ετή και πλέον ύφεση. Αντί γι’ αυτές, ένας έξυπνος και αν μη τι άλλο τολμηρός νους θα μπορούσε κρούοντας τον κώδωνα, να προβεί σε άλλες τομές (με όλη τη σημασία της λέξεως) όπως η ανακατανομή του πλεονάζοντος προσωπικού, αλλά και οι ομοφοβικές απολύσεις. Στους δήμους-φέουδα της χώρας μας επικρατεί αυτή τη στιγμή ένταση, καθώς υπό τη δαμόκλειο σπάθη της διαθεσιμότητας -για κάποιους κύριους Μπαλασόπουλους- βρίσκεται ένα προσωπικό δίχως αντικείμενο, το οποίο εισήλθε υπογείως στο δημόσιο λόγω πελατειακών του δεσμών με βλαχοδημάρχους και πολιτικάντηδες, οι οποίοι οδήγησαν το κράτος να αποτελεί τον μεγαλύτερο και αποκλειστικό –μέχρι τις αρχές του 90’- εργοδότη. Με την οριζόντια διαθεσιμότητα ουδείς συμφωνεί, γιατί μεταξύ αυτών που την υπόκεινται βρίσκονται και αξιοπρεπείς και πρωτίστως παραγωγικοί συνάνθρωποί μας. Γι’ αυτό το λόγο οι συγκεκριμένοι, ακόμα και αν κάποια εποχή εισέβαλαν στον κρατικό μηχανισμό απ’ τα παράθυρα, θα έπρεπε να μεταφερθούν σε κάποια άλλη, με μεγαλύτερες ανάγκες υπηρεσία.

Για όλους τους υπόλοιπους όμως, κυριολεκτικά κρατικοδίαιτους, η μόνη διαδρομή, δυστυχώς για τους ίδιους, πρέπει να είναι το λογιστήριο, συνοδεύοντας όσους διεφθαρμένους έβαλαν χέρι τόσο στον κρατικό κορβανά, όσο και στο υστέρημα απλών συμπολιτών τους. Αυτή είναι η ουσία της καταπολέμησης των κοινωνικών αδικιών που μαράζωσαν μια χώρα και οδήγησαν του υπόλοιπους νομοταγείς πολίτες στην απόγνωση. Δήμευση και απόλυση λοιπόν για τα ’’κοράκια’’ και επ’ ουδενί ντροπιαστικά υπηρεσιακά συμβούλια που μια ζωή τους έβγαζαν λάδι!

Επομένως, όλοι αντιλαμβανόμαστε, πως για να επέλθει, και πάλι, η αισιοδοξία και το χαμόγελο, είναι αναπόφευκτη μια αλλαγή νοοτροπίας. Η αλλαγή αυτή πρέπει να αγγίξει τόσο τους αντιπροσώπους μας -διότι καλές μεν οι δημόσιες σχέσεις στη Λατινική Αμερική, από ουσία όμως τίποτα-, κύριως δε εμάς, την ίδια την κοινωνία. Αντί να κινούμαστε μειλίχια και καθένας για την πάρτη του, απαιτείται μια πανεθνική πανστρατιά για να ξεγύγουμε απ’ τον κικεώνα, στη διόγκωση του οποίου βάλαμε όλοι μας, θέλοντας και μη, το λιθαράκι μας.



Νίκος Σπ. Ζέρβας

Πολιτικός Επιστήμονας Πανεπιστημίου Αθηνών

ΑΡΓΟΛΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Ι ΚΤΕΟ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΣΑΛΑΠΑΤΑΣ